Κυριακή 30 Δεκεμβρίου 2012

H Μάρα Τσικάρα και το ΄΄Μεθυσμένο Παραμύθι'' της.


Το ‘’Μεθυσμένο Παραμύθι’’ είναι μια ξεχωριστή αγαπημένη στήλη στον ‘’Εξώστη’’, αλλά εκπέμπει και στο clipartradio,gr κάθε Δευτέρα 20:00- 22:00. Η Μάρα Τσικάρα, εμφανίζεται στο ‘’Μαύρο Νερό’’ στο studio Vis Motrix, κάθε Πέμπτη με Κυριακή στις 21:00. Κάποιες φορές υποδύεται τη μάγισσα Μουρτζούφλω, βάζει υπέροχες μουσικές ως dj και τα καλοκαίρια τρέχει να μας σώσει από αβέβαιους πνιγμούς μας μέσα σε σκέψεις ή στα ρηχά νερά, ως ναυαγοσώστρια. Η Μάρα δεν ξεχνάει ποτέ να φλερτάρει με την ζωή και τα ταλέντα της. Άλλωστε, ‘’μες τη μοναξιά μας είμαστε τελικά πολλοί κι ενώ την υμνούμε και την διαφημίζουμε, τελικά την αποδυναμώνουμε.’’

 

Το ‘’Μεθυσμένο Παραμύθι’’ εκπέμπει στο clipartradio.gr αλλά και διαβάζεται στον Εξώστη, Οι αφορμές του;

 

Το Μεθυσμένο Παραμύθι ξεκίνησε ως ραδιοφωνική εκπομπή το 1998 στα Χανιά. Πέρασε κι από τον 9.58 της ΕΡΤ3 στη Θεσσαλονίκη, τον τελευταίο ενάμιση χρόνο στις σελίδες του ΕΞΩΣΤΗ κι εδώ και μερικούς μήνες στον www.clipartradio.gr. Ακόμη κι όταν δεν έβγαινε στον αέρα ή στο χαρτί, υπήρχε σαν alter ego, ίσως η πιο συναισθηματική πλευρά του εαυτού μου, η πιο αθώα ή η πιο υποψιασμένη. Μπορεί τελικά να είναι το βλέμμα ενός σκυλιού, ενός παιδιού, ενός περαστικού στο δρόμο, μια ξαφνική βροχή, μια ξαφνική λιακάδα. Σε πρακτικό επίπεδο, από τα Χανιά ακόμη, η προετοιμασία της εκπομπής περιελάμβανε και την απαραίτητη βόλτα στην πόλη για να συλλεχθούν εικόνες, ήχοι, ιστορίες. Κατά τη γνώμη μου, οποιαδήποτε καλλιτεχνική δημιουργία προϋποθέτει φυσικά δουλειά αλλά κυρίως ζωή. Από κει αντλούνται τα θέματα. Και δόξα το θεώ η ζωή περιλαμβάνει τα πάντα. Από τη βαρετή μας καθημερινότητα μέχρι την πιο αναπάντεχη περιπέτεια. Δυο αντίθετα άκρα μιας ευθείας, που αν γινόταν κύκλος θα ερχόταν πολύ κοντά. Αυτό προσπαθεί να κάνει το Μεθυσμένο Παραμύθι. Να ανοίξει τα μάτια του και να δει αυτό που γίνεται γύρω του, να τα κλείσει και να δει τι του γεννιέται. Κι αν έχει ανακαλύψει κάτι σημαντικό, να το μοιραστεί. Αυτός που το διαβάζει ή το ακούει, γεννάει μια καινούργια εικόνα. Στόχος είναι λοιπόν η συνδημιουργία πομπού και δέκτη. Η επικοινωνία και η διαπίστωση ότι μες τη μοναξιά μας, είμαστε τελικά πολλοί. Κι ενώ την υμνούμε και τη διαφημίζουμε… ταυτόχρονα την αποδυναμώνουμε.

 

 Τα κείμενά σας, ξεκινούν με στίχους, εμπνέονται από πίνακες ζωγραφικής, περιπλέκονται με προσωπικά βιώματα. Για να επιβεβαιώσουν το παραμύθι που είναι ‘’μεθυσμένο’’;

 

Μεθυσμένο γιατί τρεκλίζει μεταξύ φαντασίας και πραγματικότητας. Γιατί ποτίζει την καθημερινότητά του με κρασί. Παραπατάει, πέφτει, γελάει, κλαίει. Προσπαθεί ν’ ακούσει μουσικές στους ήχους της πόλης, να δει πίνακες ζωγραφικής μες το γκρίζο, να διαβάσει ποιήματα στις σιωπές των ανθρώπων, να βρει κάτι πολύτιμο μες τα σκουπίδια. Κάποτε το πετυχαίνει. Άλλες φορές, η πόλη μοιάζει πιο δυνατή. Ακόμη κι αυτή η αδυναμία του, είναι χρήσιμο υλικό.

 

Πρωταγωνιστήσατε στη παράσταση ‘’Ραχήλ’’, ένα έργο του Γρηγορίου Ξενόπουλου που καταπιάνεται με κοινωνικούς προβληματισμούς, την αποδοχή της ετερότητας του άλλου, τα στερεότυπα, φθόνο για την ευημερία του άλλου, τον αδιέξοδο έρωτα, θρησκευτικό χάσμα. Γιατί στην πολυπολιτισμική Θεσσαλονίκη τα προβλήματα αυτά είναι τόσο οικεία;

 

Σε ένα Μεθυσμένο Παραμύθι η Θεσσαλονίκη είχε στριμωχτεί στο σάκο του γράμματος θήτα κάπως έτσι: «…όχι όπως Θα την ήθελε. Θολή λίγο. Το παίζει Θύμα πότε πότε. Για άλλους Θύτης. Έχει κι αυτή τους Θησαυρούς της. Θαμμένους καλά. Έχει και Θέα στη Θάλασσα. Αν Θέλεις να τη δεις. Άλλοτε μυρίζει Θάνατο. Άλλοτε πάλι Θαύμα. Μια εντυπωσιακή Θεά ή μια κουραστική Θείτσα…». Σαν τέτοια λοιπόν, εκδηλώνει συχνά τέτοιου είδους προβλήματα. Δυστυχώς δεν είναι μόνο τοπικό το φαινόμενο. Ξεκινάει από μέσα μας. Στη σχέση μας ακόμη και με τον άνθρωπό μας. Από τη μία, έχουμε ανάγκη να ξεφύγουμε από τον εαυτό μας και να αγαπήσουμε κάποιον άλλον, κι από την άλλη δυσκολευόμαστε τόσο πολύ να δεχτούμε τη διαφορετικότητα του. Να μοιραστούμε την πολύτιμη προσωπική περιουσία μας με μια ξένη. Να αφεθούμε να μάθουμε, να αλλάξουμε, να μπολιάσουμε τις γνώσεις και τις εμπειρίες μας και να γεννηθεί το καινούριο. Η Ραχήλ πίστευε σε μια θρησκεία που τις περικλείει όλες- τη θρησκεία της αγάπης. Θυσιάστηκε διαδηλώνοντάς την. Άντε αγαπήσου λοιπόν, φωνάζουν κι οι δρόμοι της Θεσσαλονίκης. Σε διάφορες γλώσσες και διαλέκτους. Το ζήτημα είναι να ξεβολευτούμε από τον καναπέ, τον υπολογιστή, τη γκρίνια μας και να μπορέσουμε να τ’ ακούσουμε. Μακάρι να το κάνουμε και πράξη.

 

Ο θεατής στοχεύει στην κάθαρση, ο ηθοποιός μεταμορφώνεται εντός του;

 

Κάθε ρόλος φωτίζει μια διαφορετική πλευρά του εαυτού σου. Είναι μια επιβεβαίωση πως είμαστε εν δυνάμει τα πάντα… απ’ τον πιο ωραίο άνθρωπο μέχρι τον χειρότερο. Ο ηθοποιός ψάχνει μέσα του τρόπους και λόγους να υπερασπιστεί και τους δύο. Να δικαιολογήσει τις επιλογές τους και να κάνει το κείμενο αναπνοή και ζωή. Αισθάνομαι ότι οι διαφορετικοί ρόλοι ανοίγουν το βλέμμα μου. Άλλοι με μικραίνουν, άλλοι με μεγαλώνουν, μ’ αλαφραίνουν, με βαραίνουν, με ραγίζουν, με κάνουν να εξερευνώ τα όρια της αγάπης, να πεθαίνω γι’ αυτήν, να είμαι εξωστρεφής και σίφουνας κι άλλοτε απίστευτα εγκρατής. Το θέατρο μ’ έχει βοηθήσει ν’ αγαπάω περισσότερο τους ανθρώπους, μου ’χει διδάξει την έννοια του ήθους, της ειλικρίνειας και της ευθύνης. Αυτός είναι ένας στόχος, που επειδή ποτέ δεν τον φτάνεις όσο θα ήθελες... δεν σε κάνει να βαριέσαι. Αισθάνεσαι ότι έχεις τόσο δρόμο μπροστά σου. Είναι κι αυτός ένας λόγος ύπαρξης. Να προσπαθείς συνέχεια να γίνεσαι καλύτερος. Και στη δουλειά σου. Μα κυρίως στη ζωή σου.

 

Η μάγισσα Μουρτζόυφλω αναρωτιέται ‘’θα βρούμε άραγε κανένα μαγικό να γίνει το σχολείο διασκεδαστικό’’; Η ανατρεπτική μάγισσα ποιες επιθυμίες καλύπτει;

 

Ακριβώς ό,τι κι οι υπόλοιπες ιδιότητές μου. Η Μάγισσα Μουρτζούφλω είναι ένα μεθυσμένο παραμύθι με καπέλο, κατσαρόλα και κουτάλα αντί για μαγικό ραβδί. Προσπαθεί να μαγειρέψει τα στραβά, τ’ ανάποδα και τα όμορφα αυτού του κόσμου. Να φτιάξει έστω μία πολύτιμη γευστική στιγμή που άμπρα κατάμπρα τζιτζιλάλι/ θα ‘βγει απ’ το μαύρο της το χάλι… κι αμπρα κατάμπρα τζιτζιλά/ δεν θα είναι Μουρτζούφλω άλλο πια. Ίσως Ευτύχω Συγκινημενοπούλου. Και πάμε πάλι.

 

Η Μουρτζούφλω τα βάζει, με παραμυθητική διάθεση με σχολείο και κοινωνία και τι αποσκοπεί να μεταδώσει στις παιδικές ψυχές;

 

Ουσία. Είτε το θέμα είναι το σχολείο, οι γιορτές, τα καρναβάλια, η Άνοιξη, το καλοκαίρι. Η Μουρτζούφλω είναι μια αφελής σκοτεινή αφορμή για να ανακαλύψουν από μόνα τους τα παιδιά, τι μας συμφέρει να κρατήσουμε και τι να πετάξουμε. Ποια είναι τα πολύτιμα υλικά που αξίζει να μπουν μέσα στην κατσαρόλα της ζωής και να γεννηθεί μέσα της η ουσία κι όχι το περιτύλιγμα.

 

 ‘’Μαύρο Νερό’’ στο studio Vis Motrix. Aσυνείδητο να καταπατά συνειδητό, αρχέγονα ένστικτα, διεστραμμένες καταστάσεις ως απόρροια βιωματικών εμπειριών, Μαύρη κωμωδία. Μιλήστε μας για το ρόλο σας.

 

Το έργο διαδραματίζεται στη Νότια Αφρική. Σε μια απομακρυσμένη φάρμα δυο λευκά αδέρφια, η Σούζι κι ο Φρίκι, ζουν μια δική τους πραγματικότητα, ανακυκλώνοντας στιγμές της καταπιεσμένης παιδικής τους ηλικίας. Δίπλα τους, γύρω τους, πάνω τους… μπορεί και μέσα τους, μια μαύρη νταντά, η Αλίνα, φροντίζει να είναι εκεί όταν χρειάζεται ή όταν την χρειαστούν. Ένας δικηγόρος θα εισβάλει μέσα σε αυτό τον ασφυκτικό κλοιό, φέρνοντας μαζί του τη νοοτροπία του δυτικού κατακτητή. Όπως είπε κι ένας φίλος που είδε την παράσταση, η Αλίνα μας κάνει να νιώθουμε προστατευμένοι για το επόμενο έγκλημα που ετοιμάζουμε, προστατευμένοι και σίγουροι. Η Αλίνα όμως σημαίνει φως. Είναι η γη που έχει καταπατηθεί, είναι το ένστικτο που έχει καταπιεστεί, η τρυφερή μητρική φιγούρα αλλά κι ο εκδικητής που μ’ ένα νανούρισμα θα αφυπνίσει. Είναι από τους πιο σιωπηλούς ρόλους που έχω υποδυθεί… αλλά παράλληλα κι από τους πιο εκκωφαντικούς. Απαιτείται να είμαι συνέχεια παρούσα, είτε είμαι στη σκηνή είτε όχι, να ακούω πολύ καλά, να βλέπω, να ξέρω αλλά να μην λέω.

 

 Το ‘’Μαύρο Νερό’’ θα τα αλλάξει όλα. Τι συνδηλώσεις έχει;

 

Το μαύρο νερό, για μένα, είναι η ελπίδα. Αν και μοιάζει τόσο αδύναμη αυτή η λέξη σε σχέση με την προσευχή, την προσδοκία, την πίστη, την πράξη. Το μαύρο νερό (όπως λέει και η Σούζυ μες στο έργο) θα βγει μέσα από τη γη και θα τα ξεπλύνει όλα. Μετά, καθαροί πια, θα τα ξαναχτίσουμε όλα από την αρχή. Προσπαθώντας να μην ξαναβγούμε στο ίδιο αδιέξοδο- ως κοινωνία και ως οντότητες. Απαραίτητα υλικά οι λέξεις αγάπη, ελευθερία, μέτρο, σεβασμός. Το μαύρο νερό είναι μέσα μας. Η ανάγκη μας για κάθαρση κι όμως αναγκαστικά με μαύρες αποχρώσεις.

 

Οι λέξεις ‘’εικονοποιήθηκαν ‘’, φόρεσαν τη φωνή σας και απέδωσαν στα Χριστούγεννα νατουραλιστική χροιά. Αυτά είναι τα Χριστούγεννα του αδυσώπητου σήμερα, αυτά που βιώνουμε και όχι που αποζητούμε. Γιατί όμως πονάμε όταν ερχόμαστε αντιμέτωποι μ’ αυτά;

 

Ο πόνος είναι μια υγιής ένδειξη ότι είμαστε ακόμα ζωντανοί. Ότι υπάρχουμε, νιώθουμε και αντιδράμε. Αλίμονο στην αναισθησία. Τρέμω στη σκέψη της στιγμής που δεν θα πονάω βλέποντας τις αντιφάσεις μιας κοινωνίας που επιμένει να στολίζει με τρέσες και λαμπάκια τη μιζέρια της. Στο συγκεκριμένο κείμενο, ένα χοντρό κόκκινο γυαλιστερό στολίδι προτίμησε να αυτοκτονήσει από το να γίνει αξεσουάρ της θλίψης. Λίγο καιρό πριν, μια γυναίκα έπεσε προσπαθώντας να στολίσει μια σκεπή. Τολμάμε να μιλάμε για τόσο πολύτιμες, εύθραυστες και ουσιαστικές έννοιες, όπως η αγάπη, η χαρά και η γενναιοδωρία, μέσα σ’ ένα ψεύτικο πλαστικό χρωματιστό πανηγύρι που κρατά κανα μήνα περίπου; Και μετά; Κουφάρια δέντρων θα πεταχτούν στα σκουπίδια και θα επιστρέψουμε ξεστόλιστοι και άδειοι στην αλήθεια μας. Ποια είναι αυτή; Η τσιγκουνιά. Κυρίως των συναισθημάτων.

 

 ‘’Ο άνθρωπος ,το χρώμα γκρι και τι κόκκινο πουλί’’. Αφήγηση με τη φωνή σας. Τα σύγχρονα παραμύθια είναι γκρι χωρίς χρυσόσκονη αλλά έχουν πάντα μια ελπίδα στο τέλος;

 

Δεν γίνεται αλλιώς. Αν δεν υπάρχει κι αυτή, χάνει η οποιαδήποτε μορφή τέχνης τον προορισμό της. Ένα παραμύθι, μια παράσταση, μια ζωγραφιά, μια μουσική οφείλει να ’χει κάτι να σου πει που θα σε κάνει καλύτερο. Όχι απαραίτητα να ‘χει «χάπι» εντ, αλλά να σου ανοίξει τον ορίζοντα, να σε μετακινήσει λίγο από τη θέση σου, να σε πάει λίγο πιο μπροστά. Ψυχαγωγία ίσον αγωγή της ψυχής. Διασκεδάζω ίσον διασκορπίζω. Το συγκεκριμένο παραμύθι της Στεφανίας Βελδεμίρη, ήταν μια όμορφη αφορμή να επικοινωνήσουμε και να συνεργαστούμε (ο καθένας από το σπίτι του και με το υλικό που διαθέτει) άνθρωποι που ψάχνουν αγωνιωδώς λίγο κόκκινο μες στο γκρι.

 

 Είστε ηθοποιός, ασχολείστε με το ραδιόφωνο, γράφετε. Αναζητάτε πολλαπλές λυτρωτικές διεξόδους έκφρασης, γιατί ο σύγχρονος άνθρωπος έχει ανάγκη να ασχολείται με πολλά αντικείμενα;

 

Όπως καταλαβαίνετε από τις απαντήσεις μου, τελικά ασχολούμαι μ’ ένα και μόνο αντικείμενο. Τη ζωή.

 

 
Συνέντευξη: Γιώτα Κωνσταντινίδου

Παρασκευή 28 Δεκεμβρίου 2012

Xάρτινο Μουσείο Παράξενων Γεγονότων, με την Μαρία Ράπτη


Φιλόλογος στην Αμερικάνικη Γεωργική Σχολή, ιδρυτικό μέλος του ’’Θεάτρου του Άλλοτε’’, συγγραφέας, η Μαρία Ράπτη.

 

’’Χάρτινο Μουσείο Παράξενων Γεγονότων’’. Πολυσημία τίτλου, μιλήστε μας γι’ αυτό.

 

Ο τίτλος προέρχεται από τα Cabinets de Curiosités της Αναγέννησης, τις συλλογές δηλαδή παράξενων, αλλόκοτων αντικειμένων πάνω στις οποίες μάλιστα βασίστηκε η ίδρυση πολλών μουσείων. Καθώς οι ιστορίες του βιβλίου έχουν το στοιχείο του παράξενου και του φανταστικού, ήθελα ο αναγνώστης να έχει την αίσθηση ότι κινείται μέσα σε ένα τέτοιο αλλόκοτο μουσείο, κοιτάζοντας τις προθήκες του και αφήνοντας τις δικές του ερμηνείες και αισθήσεις να τον καθοδηγήσουν. Και φυσικά, υπάρχουν και τα σκίτσα της Σπυριδούλας Ζάχου που ολοκληρώνουν εικαστικά –και ιδανικά- την ιδέα του Μουσείου.

 

Το Μουσείο είναι αποθετήριο μνήμης, εκεί κατατίθενται μνήμες, ‘’η μνήμη κύριο όνομα θλίψεων’’, τελικά;

 

Και των τύψεων και των ελλείψεων… Η μνήμη είναι, νομίζω, η τελευταία μας ελπίδα, εκείνο που θα περισώσει την ανθρωπιά μας ή θα χαθεί μαζί της Αν πρέπει να προσέξουμε κάτι περισσότερο από όλα μας τα υπάρχοντα, αν κάτι πρέπει να βάλουμε σε θυρίδα σαν πολύτιμο εύθραυστο κρυσταλλάκι, είναι η μνήμη, η μνήμη κάθε είδους, από την κοινωνική μνήμη μέχρι κι εκείνη της όσφρησης και της αφής. Βλέπουμε ήδη κάποιες επιπτώσεις από την απώλειά της και θα δούμε, ίσως, και χειρότερα….

 

Το παράξενο γιατί καταλήγει να είναι απρόσμενα οικείο;

 

Επειδή παράξενα είναι τα πάντα, μέχρι κάθε φορά να αποφασίσουμε ποιο από τα παράξενα θα θεωρήσουμε οικείο. Και τα δύο είναι έννοιες κοινωνικά κατασκευασμένες, απλά κάθε κοινωνία αποφασίζει για τη μια ή την άλλη σύμβαση. Κι όταν καμιά φορά τα όρια μπερδευτούν… ξεκινά το ενδιαφέρον κομμάτι.

 

Οι θεατρικές σας γνώσεις εισχωρούν με τέτοιο τρόπο στο βιβλίο σας, ώστε επί της ουσίας εκτυλίσσονται μπροστά μας 15 μονόπρακτα;

 

Αυτό είναι κάτι που δεν είχα σκεφτεί παλιότερα, αλλά μου το έχουν επισημάνει αρκετοί, κυρίως λέγοντάς μου ότι ο τρόπος αφήγησής μου είναι κινηματογραφικός. Όποτε ίσως η θεατρική μου πλευρά και η αγάπη που έχω στη δημιουργία εικόνων να εισχώρησαν στη γραφή μου με τρόπο που ακόμη κι εγώ δεν συνειδητοποίησα.

 

Η Μαρία είναι φιλόλογος και ασχολείται ταυτοχρόνως και με το θέατρο. Γράφει, εκδίδει βιβλίο, υποδύεται ρόλους. Είναι οι δημιουργικές της τάσεις φυγή από την πραγματικότητα ή αποτελούν έντονο παρόν σ’ αυτήν;


Οι δημιουργικές τάσεις είναι η πραγματικότητα. Αυτό πιστεύω πως ισχύει για όλους, γιατί δημιουργώ δεν υπάρχει μόνο στην τέχνη, αλλά σε κάθε μας  ανάσα κι αν είναι κάτι που χαρακτηρίζει τον άνθρωπο είναι αυτό ακριβώς (ίσως είναι και αυτό που τον καταστρέφει συνάμα, αλλά αυτή είναι μια άλλη κουβέντα)… Η δημιουργία με αυτή την έννοια είναι η ίδια η διαμόρφωση της πραγματικότητας κι όχι η φυγή από αυτήν, γιατί μοιραία είμαστε ο ρυθμιστής της δικής μας πραγματικότητας, είτε ατομικά είτε συλλογικά.

 

Είστε βιβλιοφάγος, όπως χαρακτηριστικά λέτε. Ποιο βιβλίο ή ποιος συγγραφέας έχει την αγαπημένη θέση στην καρδιά σας και έχει υποστεί πολλαπλές αναγνώσεις;

Πάντα σε αυτή την ερώτηση ο εγκέφαλός μου παθαίνει έναν μικρό πανικό! Πάντα όμως ξεχωρίζω τον Μπέρτολτ Μπρεχτ για τις χειρουργικές του αναλύσεις, για το χιούμορ, την απλότητα και τη γοητευτική θεατρική του αισθητική. Πάνω από όλα όμως για το μεγάλο φόβο αλλά και τη μεγάλη αγάπη του για τον άνθρωπο, ειδικά για εκείνον που λαθεύει.

   

Με τι κείμενα καταπιάνεται το ‘’Θέατρο του Αλλοτε’’;

 

Η παράσταση ΦΟΒΟΣ είναι η πρώτη δουλειά της ομάδας, στην οποία καταπιαστήκαμε με κείμενα του Ε.Α.Πόε, πιο συγκεκριμένα με τέσσερα γυναικεία πορτρέτα. Σε αυτά τα κείμενα δουλέψαμε φτιάχνοντας αυτόνομες θεατρικές ιστορίες, τις ιστορίες τεσσάρων γυναικών-φαντασμάτων που ζουν ξανά και ξανά την ίδια φρικτή μοίρα. Δώσαμε λοιπόν τις ιστορίες του Πόε μέσα απ’ την οπτική ματιά των γυναικών. Κάτι αντίστοιχο, μια δημιουργική ματιά δηλαδή πάνω σε υπάρχουσες ιστορίες θα γίνει και στην επόμενη παράσταση.

.

Ερχόμαστε αντιμέτωποι με τους φόβους μας για να τους ξορκίσουμε; Ένας δικός σας έντονος φόβος;

 

Νομίζω πως έχουμε γίνει αφόρητα φοβικοί απέναντι στους φόβους μας, σε σημείο που να έχουν καταντήσει ταμπού. Δεν είναι κοινωνικά αποδεκτό να παραδέχεσαι ότι φοβάσαι κι αυτό ισχύει για μεγάλο εύρος φόβων, από εκείνον του σκοταδιού ως εκείνον του θανάτου. Νιώθω πως ζούμε και κινούμαστε σε  ένα περιβάλλον αποστειρωμένο από το φόβο, γι’ αυτό και δεν μπορούμε να τον αντιμετωπίσουμε όταν τελικά χρειαστεί.

Ο πιο μεγάλος δικός μου φόβος είναι νομίζω ο πόνος των άλλων ανθρώπων, και κυρίως των δικών μου ανθρώπων. Το να γίνομαι μάρτυρας του πόνου τους χωρίς να μπορώ να βοηθήσω είναι μια σκέψη που με παραλύει.

 

Το κοινό του Θεάτρου του Άλλοτε, πώς υποδέχτηκε τα κείμενα του Πόε;

 

Ο ΦΟΒΟΣ, όντας μια ιδιαίτερη παράσταση σε έναν ιδιαίτερο χώρο, το Μπενσουσάν Χαν, προκάλεσε και πολλές διαφορετικές αντιδράσεις και πολλές ερμηνείες από το κοινό. Πέρα όμως από τις επιμέρους προσεγγίσεις, η συντριπτική πλειοψηφία του κοινού αφέθηκε στο αίσθημα και την ατμόσφαιρα που δημιουργήσαμε, καθώς ο στόχος δεν ήταν να τους βάλουμε στη διαδικασία να εκλογικεύσουν και να εξηγήσουν αυτό που έβλεπαν αλλά κυρίως να το νιώσουν, δεν υπερτερούσε δηλαδή το στοιχείο του κειμένου στην παράσταση. Η θερμή υποδοχή του κοινού πάντως ήταν μια ιδιαίτερα ευχάριστη εμπειρία για εμάς γιατί ο ΦΟΒΟΣ είναι μια παράσταση που φτιάξαμε εντελώς μόνοι μας, κυριολεκτικά από το μηδέν.

 

 

Ανατριχιαστικές ιστορίες, παράξενα γεγονότα από τη μια και μαραθώνιες αφηγήσεις παραμυθιών από την άλλη, πώς συνδυάζονται;

 

Αυτό αφορά την πολυπλοκότητα και την πολυεπιπεδότητα του ανθρώπου. Χρειαζόμαστε το ανατρίχιασμα όπως χρειαζόμαστε και το όνειρο για να είμαστε ισορροπημένοι. Ή τουλάχιστον να έχουμε την ψευδαίσθηση ότι γινόμαστε ισορροπημένοι. Εγώ μάλλον την έχω…

 

Συνέντευξη: Γιώτα Κωνσταντινίδου

Δευτέρα 24 Δεκεμβρίου 2012

O Φώτης Βασιλείου, από το ''Σημειωματάριο''


Μες στη μαγεία των γιορτών ανακάλυψα μια  προσωπικότητα που καταγράφει τις σκέψεις της σε ένα ’’Σημειωματάριο’’. Είναι ο Φώτης Βασιλείου, γεννημένος στα Γιάννενα, ιστορικός ερευνητής στο Ανοιχτό Πανεπιστήμιου Κύπρου, μας αποκαλύπτει τι τελικά επιλέγουμε να καταγράφουμε σ’ ένα….’’Σημειωματάριο’’

 

Δημιουργήσατε ένα προσωπικό ιστολόγιο, ποια εσώτερη ανάγκη θέλατε να καλύψετε;

 

Το Σημειωματάριο αυτή τη στιγμή είναι ένας ιδιωτικός χώρος ανοιχτός και προσιτός σε όποιον ενδιαφέρεται. Έτσι κατέληξε, δεν ξεκίνησε έτσι. Τον Οκτώβριο του 2007, όταν ξεκίνησα, ήθελα απλώς να δοκιμάσω τις δυνάμεις μου σε αυτό το νέο –τότε– μέσο.

 

Σ’ ένα Σημειωματάριο τι επιθυμώ να καταγράφω; Σκέψεις; Σημαντικές αναφορές; Ανείπωτα λόγια;

 

Σε ένα σημειωματάριο μπορώ να καταγράψω ό,τι θέλω –αυτή είναι η ομορφιά του. Χωράει τα πάντα: Σημαντικά κι ασήμαντα, συγκεκριμένα κι αφηρημένα, προσωπικά και γενικά, υψηλά και χθαμαλά, πράγματα που μας ντροπιάζουν ή μας κάνουν να αισθανόμαστε περήφανοι. Και το ωραίο είναι ότι δεν μας κρίνει! Το Σημειωματάριο είναι ένας ασφαλής χώρος –κάτι σαν το πρόχειρο τετράδιο που είχαμε στο σχολείο και μπορούσαμε να κρατήσουμε σημειώσεις από το μάθημα, να πειραματιστούμε στην λύση μιας άσκησης πριν την καθαρογράψουμε στο βιβλίο, να ζωγραφίσουμε όταν βαριόμαστε, να γράψουμε τους στίχους των αγαπημένων μας τραγουδιών και βέβαια το όνομα του κοριτσιού που μας αρέσει –κανένας δεν τον κοιτούσε, παρά μόνο εμείς. Κάπως έτσι είναι και το διαδικτυακό μου Σημειωματάριο: Δεν παρουσιάζω κάτι τέλειο, αλλά κομμάτια κι αποσπάσματα, λίθους και πλίνθους σκέψεων, απόψεων, ιδεών. Το πρώτο μότο άλλωστε ήταν «Σκέψεις προς διαμόρφωση».

 

Με τι ταυτίζονται περισσότερο οι αναγνώστες σας; Με την κατηγορία ‘’Σε α’ ενικό’’, με κείμενα φιλοσοφικού στοχασμού ή κοινωνικά ζητήματα;

 

Ειλικρινά δεν ξέρω. Όταν γράφω δεν σκέφτομαι τους αναγνώστες ή τους φίλους του Σημειωματάριου. Σκέφτομαι μόνο τον εαυτό μου –ακούγεται ίσως εγωιστικό, αλλά στην πραγματικότητα αυτή είναι η μέθοδός μου: Να εξετάζω τον εαυτό μου και να τον εκθέτω όσο πιο ωμά, με όσο λιγότερα φτιασιδώματα μπορώ. Οι διάφορες κατηγορίες κειμένων προέκυψαν στην πορεία, δεν κατασκευάστηκαν εξ αρχής.

Για παράδειγμα, η κατηγορία «Σε α΄ ενικό», στα οποία αναφέρεσαι, δημιουργήθηκε τον τελευταίο χρόνο, έπειτα από μια περίοδο έντονης εξωστρέφειας και ενασχόλησης με την κοινωνική και την πολιτική επικαιρότητα. Ήταν δική μου ανάγκη να αφήσω τον περίγυρο, να σταματήσω να αναλύω την έξω επικαιρότητα και να βυθιστώ στην μέσα. Έτσι τους τελευταίους μήνες έχω σταματήσει να ασχολούμαι με τα όσα συμβαίνουν γύρω μας. Τα κείμενά μου έχουν γίνει ιδιαίτερα εσωστρεφή και θα περίμενε κανείς ότι η αναγνωσιμότητα του Σημειωματάριου θα κατακρημνιζόταν, αλλά συμβαίνει το αντίθετο –αυτό το ξέρω, το βλέπω, αλλά μου είναι δύσκολο να το εξηγήσω. Για να είμαι ειλικρινής, δεν με ενδιαφέρει κιόλας. Γιατί δεν ψάχνω ούτε να πλασαριστώ, ούτε να κερδίσω από το ιστολογείν. Μόνο το γράψιμο με ενδιαφέρει.

 

 

Στο βιογραφικό σας αναφέρετε χαρακτηριστικά: ‘’ Γράφω. Έχω δουλέψει πολύ στη ζωή μου χωρίς να αμειφθώ.’’. Είναι τελικά αυτό ένα moto της σύγχρονης εποχής καμουφλαρισμένο με την δικαιολογία της κρίσης;

 

Αναφέρομαι σε δυο διαφορετικά πράγματα: Πρώτα-πρώτα γράφω –πάντα έγραφα, συνεχίζω να γράφω, και δεν μπορώ να φανταστώ τι θα μπορούσε να με σταματήσει από το να πιάνω το μολύβι και να το σέρνω σε ένα κομμάτι χαρτί δίνοντας σχήμα στις σκέψεις μου. Κι έπειτα, έχω δουλέψει χωρίς να αμειφθώ –αυτό συνέβη γιατί αφενός μεν ως νέος ήμουν αρκετά αφελής για να αντιληφθώ ότι κάποιοι κερδίζανε από τον κόπο μου, κι αφετέρου γιατί ντρεπόμουν να συζητήσω και να ζητήσω την αμοιβή μου. Ξέρω ότι πολλοί άνθρωποι της γενιάς μου έχουν παρόμοιες εμπειρίες και μάλιστα πριν από την Κρίση, αλλά δεν είμαι σίγουρος ότι πρόκειται για κανόνα.

 

 

Μεταπτυχιακό, Διδακτορικό και συνεχίζετε. Η δια βίου μάθηση κάνει τη διαφορά ή η βιωματική εμπειρία;

 

Τα σπουδαιότερα πράγματα τα έχω μάθει συναναστραφόμενους ανθρώπους. Πρώτα από το σπίτι μου, την οικογένειά μου και τον περίγυρό μας, την γειτονιά, κι έπειτα, καθώς μεγάλωνα, από τους φίλους και τους ανθρώπους που επέλεγα να μαθητεύσω δίπλα τους –είχα την τύχη να γνωρίσω και να συναναστραφώ μερικούς πολύ σημαντικούς ανθρώπους, και διδάχτηκα από τα λόγια και το παράδειγμά τους. Το μεταπτυχιακό και το διδακτορικό είναι άλλο πράγμα, είναι η δουλειά μου. Και η δουλειά μου μού αρέσει πολύ.

 

Στο κείμενό σας ‘’Ο αρχαίος διχασμός’’, ο σύγχρονος άνθρωπος δε φαίνεται να προβληματίζεται από κάτι τέτοιο. Ωστόσο, το ανικανοποίητο, οι συνεχείς συγκρούσεις, δε μαρτυρούν ότι ταλαντεύεται από διχασμούς που καταλήγουν να αφορούν πνεύμα-ύλη, σώμα-ψυχή;

 

Ο άνθρωπος πάντα ταλαντευόταν και πάντα θα ταλαντεύεται, πάντα θα ταλαιπωρείται αν θέλετε, από αυτόν τον διχασμό. Όσες μέθοδοι υπέρβασης ή σύνθεσης του προταθούν από φιλοσοφικά συστήματα ή θρησκείες, την τελική απάντηση πρέπει να την δώσει ο καθένας μας μόνος του μετά από εσωτερική βάσανο. Έχετε δίκιο λοιπόν, και σήμερα μας παιδεύει αυτός ο διχασμός. Η διαφορά είναι, και εκεί εστιάζει το κείμενό μου, ότι ο μετανεωτερικός άνθρωπος, απαλλαγμένος από ευθύνες και ενοχές, δεν απαντά στο δίλημμα, αλλά το παρακάμπτει. Η όποια απάντηση προϋποθέτει εσωτερικό αγώνα και αγωνία – η παράκαμψη ανενοχικό και χωρίς όρια άτομο.

 

Στις σημειώσεις από το Υπόγειο, κυρίαρχος είναι ο ήρωας ή η ιδέα; Ο άνθρωπος του Υπογείου κρυφακούει βασανιστικά όλα τα πραγματικά ή πιθανά λόγια τρίτων γι’ αυτόν. Ο σύγχρονος άνθρωπος καθορίζεται από την εικόνα των άλλων γι’ αυτόν;

 

Οι ήρωες του Ντοστογιέφσκι δεν είναι μόνο άνθρωποι, αλλά και υποστασιοποιημένες ιδέες. Οι ιδέες και οι ήρωες ταυτίζονται και είναι αδύνατον να τους ξεχωρίσεις.

Γενικά μπορούμε να πούμε ότι υπάρχει η εικόνα που έχουμε για τον εαυτό μας, η εικόνα που έχουν οι άλλοι για μας και η εικόνα που έχουμε εμείς για την εικόνα που έχουνε οι άλλοι για μας –είναι τρία διαφορετικά πράγματα τα οποία βασανίζουν τον Υποχθόνιο του Ντοστογιέφσκι, ο οποίος έζησε τον 19ο αιώνα. Εμείς ζούμε στον 21ο αιώνα, που χαρακτηρίζεται «εποχή των εικόνων», όπου κυριολεκτικά τα πάντα μετατρέπονται και είναι εικόνες. Αλλά να σας πω την αλήθεια, δεν είμαι σίγουρος ότι τα πράγματα είναι τόσο διαφορετικά όσο θα θέλαμε, από άλλες εποχές. Για παράδειγμα, το απόφθεγμα για την γυναίκα του Καίσαρα, η οποία δεν αρκεί να είναι, αλλά πρέπει και να φαίνεται, μετράει μερικές εκατονταετίες ζωής. Η βασική διαφορά έγκειται στο ότι ο σημερινός άνθρωπος έχει επιλογές: Η γυναίκα του Καίσαρα δεν είχε, όφειλε, ασχέτως με το είναι της, να προβάλει μια συγκεκριμένη εικόνα, η οποία θα ανταποκρινόταν σε ένα δέον.

Σήμερα όμως μπορούμε να προβάλουμε αυτό ακριβώς που είμαστε. Για παράδειγμα, ο παλιός άνθρωπος ντυνόταν ανάλογα με το επάγγελμά του· όπως σήμερα ξεχωρίζουμε τους ιερωμένους από το ντύσιμό τους, έτσι ξεχώριζαν οι ψαράδες, οι τεχνίτες κοκ. Σήμερα όμως δεν υπάρχουν τέτοια θέματα. Αναρωτιέμαι λοιπόν: Ντυνόμαστε όπως πραγματικά μας αρέσει, με τρόπο που πραγματικά μας εκφράζει ή συμμορφωνόμαστε σε κάποιο πρότυπο. Συμφωνεί η εικόνα μας με αυτό που όντως είμαστε ή υιοθετούμε μια ξένη εικόνα; Αυτό είναι το θέμα.

 

Δεν φτάσαμε στο τέλος του κόσμου. Φτάσαμε, όμως στο τέλος του ανθρώπου; (με βάση το κείμενό σας, ‘’Το Χαμένο Νόημα’’)

 

Όχι, δεν φτάσαμε στο τέλος του ανθρώπου. Στο τέλος ενός ανθρωπολογικού τύπου ίσως, αλλά όχι στο τέλος του ανθρώπου. Όπως δεν φτάσαμε ποτέ στο τέλος της ιστορίας, που προφήτευσε ο Φουκουγιάμα πριν από δυο δεκαετίες.

 

 

‘’Πέφτοντας’’. Είναι οι πτώσεις ευεργετικές για τη αποδόμηση του ‘’Εγώ’’ και για μια ουσιαστικότερη θέαση των πραγμάτων;

 

Το ζήτημα για μένα δεν είναι η αποδόμηση, αλλά η αναδόμηση –του Εγώ, του Εμείς, της κοινωνίας, του κράτους, των πάντων. Σε αυτό το πλαίσιο, οι πτώσεις μπορούν να είναι ευεργετικές, εφόσον διδασκόμαστε από αυτές: Αν τα συγκεκριμένα παπούτσια μου γλιστράνε στην βροχή και πέφτω, θα πρέπει να τα φοράω μόνο όταν το οδόστρωμα είναι στεγνό, ειδάλλως πάω γυρεύοντας. Η

 

 

 

Γράφουμε ως απόρροια των διαβασμάτων μας ή για να διαφοροποιηθούμε από αυτά;

 

Είτε γράφεις προσπαθώντας να μοιάσεις σε έναν συγγραφέα, είτε για να διαφοροποιηθείς, είσαι πάνω-κάτω στην ίδια φάση: Γράφεις σε σχέση με τα διαβάσματά σου. Αυτό δεν είναι κακό – όλοι οι συγγραφείς, όλοι οι άνθρωποι που καταπιάνονται με μια τέχνη, στα πρώτα τους βήματα εργάζονται σε σχέση με τα πρότυπά τους. Το στοίχημα όμως είναι η γραφή να σταματήσει να εξαρτάται με οποιονδήποτε τρόπο από τους άλλους, όσο σπουδαίοι ή αγαπημένοι κι αν μας είναι, και να μοιάζει του εαυτού μας. Δεν είναι καθόλου εύκολη υπόθεση. Απαιτεί πολλή προσπάθεια, πολύ ταλέντο, πολύ κόπο και πολύ χρόνο. Ίσως το πετύχουμε κάποια στιγμή!

 

Συνεντευξιάζει: Γιώτα Κωνσταντινίδου

 

 

Κυριακή 23 Δεκεμβρίου 2012

H Σαπφώ Ματσιώρη του Real fm

 

 
Η Σαπφώ Ματσιώρη, ραδιοφωνικός παραγωγός, μας κρατάει συντροφιά καθημερινά 5-7μ.μ. στον Real fm με υπέροχες μουσικές επιλογές.

Πώς εντάσσεται το ραδιόφωνο στην καθημερινότητά μας; Τι προσφέρει, τι κομμάτι αποτελεί;

                                   

Είναι η ανάσα στην δύσκολη καθημερινότητα μας!!!

 

Σταθερή και χρόνια συνήθεια για εσάς. Τελικά οι ’’κακές συνήθειες’’ δύσκολα αλλάζουν;

 

Δουλεύω 18 χρόνια στο ραδιόφωνο και πιστέψτε με δεν το έχω ακόμα συνειδητοποιήσει. Δεν είναι συνήθεια , είναι ένα κομμάτι του εαυτού μου. Κάθε μέρα είναι σχεδόν σαν την πρώτη μέρα.

 

Συχνά σας αποκαλούν διακριτική και ευγενική φυσιογνωμία στις συνεντεύξεις σας. Είναι τελικά η ποιότητα του χαρακτήρα που θα μεθοδεύσει και τη ποιότητα της εκάστοτε εργασίας;

 

Δεν με αφορούν οι «ανακριτικές συνεντεύξεις. Όπως και στην ζωή , έτσι και στην δουλειά θα πάρεις από κάποιον μόνο αυτό που θέλει να σου δώσει. Ωστόσο, υπάρχουν  αρκετοί που αποδεικνύονται περισσότερο γενναιόδωροι όταν  συναντούν την ευγένεια. Χαίρομαι ιδιαίτερα που κάποιοι αναγνωρίζουν σε μένα την διακριτικότητα και την ευγένεια , είναι στοιχεία του χαρακτήρα μου που σε νεότερη ηλικία με ταλαιπώρησαν.

 

Έχετε πάρει πολλές συνεντεύξεις από καλλιτεχνικά πρόσωπα και εμπλεκόμενα με τα πολιτιστικά πράγματα. Κιμούλης, Μποφίλιου, Νταλάρας. Τι είναι αυτό που κάθε φορά θα σας μαγέψει ή θα σας ικανοποιήσει; Τι είναι αυτό που κρατάτε;

 

Μαγεύομαι από τα ανθρώπινα βλέμματα, από την αίσθηση που μου αφήνουν οι άνθρωποι. Πέρασαν σημαντικές προσωπικότητες και δεν θυμάμαι φράσεις ή λόγια τους άλλα το βλέμμα τους. Το βλέμμα εκείνο που κουβαλά μέσα του την ζωή τους , τις συναντήσεις τους , την επιτυχία και την αποτυχία τους. Μαγεύομαι από την σεμνότητα ενός σπουδαίου ανθρώπου, την αληθινή, γιατί υπάρχει και μία άλλη «σεμνότητα» που πηγάζει από αλαζονεία, η οποία μάλιστα διακρίνεται πλέον εύκολα. Με μαγεύουν επίσης και οι ευφυείς.

 

 

 

 

 

 

Το ραδιόφωνο απαιτεί συγκεκριμένες γνώσεις, εμπειρία, ηχόχρωμα φωνής που θα διακρίνεται ανάμεσα σε πολλές;

 

Όλα αυτά μαζί, αλλά προσθέστε και την αλήθεια του ανθρώπου που βρίσκεται πίσω από το μικρόφωνο.

 

Τι άποψη έχετε για το διαδικτυακό και το εθελοντικό ραδιόφωνο; Ανακύπτουν συνεχώς καινούργια. Είναι ανάγκη έκφρασης; Διέξοδος για να παρακαμφτούν άλλα εμπόδια; Πρόχειρη δουλειά ή ’’διαμαντάκια’’ που χρήζουν προσοχής;

 

Καλώς υπάρχουν γιατί φαντάζομαι ότι επειδή είναι ακόμη στην αρχή τους,  διατηρούν  την αθωότητα, την φρεσκάδα και  την ζωντάνια που χαρακτηρίζει κάθε νέο ξεκίνημα. Και για τους ακροατές φυσικά είναι πολύ καλό γιατί έχουν πλέον πάμπολλες επιλογές.

 

Το ραδιόφωνο περνάει κρίση ή στην κρίσιμη εποχή της γειτνίασης επανέρχεται δυναμικά;

 

Η κρίση έχει επηρεάσει τους πάντες. Άξιοι συνάδερφοι μου έχουν χάσει την δουλειά τους. Το ραδιόφωνο , όπως και όλοι οι χώροι που έχουν πληγεί από την κρίση κάποια στιγμή νομοτελειακά θα έχουν και πάλι την ευκαιρία τους. Τι γίνεται όμως με τους ανθρώπους που έμειναν πίσω;

 

Μας στιγματίζουν φωνές, τραγούδια, στίχοι ή ο συνδυασμός τους με καταστάσεις που βιώνουμε;

 

Το ιδανικό είναι, ο στίχος να βρει την μουσική του και τα δυο μαζί να βρουν την φωνή που θα τα εκφράσει. Ένα τέτοιο τραγούδι θεωρώ αδύνατο να μην βρει τον δρόμο του και να μην στιγματίσει έστω και έναν άνθρωπο που θα το ακούσει. Στην δική μου περίπτωση δεν με έχουν σημαδέψει απλά φωνές , μουσικές και στίχοι,  άλλα έχουν κάνει κάτι περισσότερο, έχουν διαμορφώσει σε μεγάλο βαθμό την σκέψη μου και την αισθητική μου.

 

Πώς επιλέγετε τις μουσικές στην εκπομπή σας;

 

Το ένστικτο με οδηγεί και φυσικά οι ακροατές του Real fm 107.1 με τις δικές τους μουσικές προτάσεις.

 

Καθημερινά στο Real Fm 5-7μ.μ. Ένα τραγούδι αγαπημένο που την τελευταία περίοδο δε φεύγει από το νου σας;

 

Το «Μη φοβάσαι» σε στίχους του Μανώλη Ρασούλη και μουσική του Νίκου Ξυδάκη. ‘’Άντε μην  φοβάσαι μην φοβάσαι φίλος με τον πόνο να’ σαι, πάντα έχει η ζωή κάτι πιο βαθύ να πει…’’

Συνεντευξιάζει: Γιώτα Κωνσταντινίδου

Τετάρτη 19 Δεκεμβρίου 2012

H δημοσιογράφος, Κική Τσιλιγγερίδου, μας ενημερώνει καθημερινά στην ΤV 100


Την ψάχνεις ανάμεσα στα γραφεία της ΤV 100, σε υποδέχεται με ένα χαμόγελο και δυο μεγάλα εκφραστικά μάτια. Συζητά ανοιχτά  μαζί σου για όλα τα θέματα, δηλώνει αθεράπευτη καριερίστρια και δεν παύει να μας ενημερώνει καθημερινά στο μεσημεριανό δελτίο της TV 100. Aυτή είναι η δημοσιογράφος, Κική Τσιλιγγερίδου.

 

4 χρόνια Παράθυρο με Θέα, πρωινό ξύπνημα, πρώτη ενημέρωση. Φέτος δεν παρουσιάζετε πια την πρωινή εκπομπή. Πώς είναι η αίσθηση, λείπει κάτι;

 

Τώρα πια, όχι, στην αρχή όμως, δεν κρύβω ότι... κάτι μου έλειπε. Το Πρωινό ήταν μια μεγάλη πρόκληση από την αρχή και το χάρηκα πολύ, ιδιαίτερα την περίοδο όταν το συμπαρουσιάζαμε με το Βαγγέλη Πλάκα. Είχα τη χαρά να συνεργάζομαι με εξαιρετικούς συναδέλφους και είχαμε κάνει  μια πολύ αρμονική ομάδα, όμως πιστεύω πως όλα κάνουν τον κύκλο τους και η δική μου παρουσία στο Πρωινό είχε κάνει το δικό της. Αυτό που κρατάω είναι η ευεργετική συνήθεια να ξυπνάω νωρίς το πρωί.

 

Δελτία ειδήσεων, πρόσωπο ταυτισμένο με ενημέρωση. Ήταν πρωταρχικός στόχος μετά το πέρας των δημοσιογραφικών σπουδών σας;

 

Η αλήθεια είναι ότι με γοήτευε πάντα ο έντυπος τύπος, ιδιαίτερα ως φοιτήτρια. Πίστευα τότε ότι η τηλεόραση και το ραδιόφωνο δεν εμβαθύνουν όσο θα ήθελα. Στα χρόνια που πέρασαν είχα την ευκαιρία να εργαστώ σε εφημερίδες, περιοδικά, ραδιόφωνο και τηλεόραση και μπορώ να πω, ότι όλα τα μέσα δίνουν περιθώριο και δυνατότητα για εμβάθυνση και ότι η ποιότητα του τελικού αποτελέσματος εξαρτάται απολύτως από το χρόνο που θα αφιερώσεις και από την προσοχή που θα δώσεις.

 

Δημοτική τηλεόραση και κατ’ επέκταση επιλογή και ανάδειξη τοπικών θεμάτων και προβλημάτων αυτοδιοίκησης. Αυτό θα μπορούσε να θεωρηθεί περιοριστικό σαν υλικό;

 

Όχι απαραίτητα διότι, μπορεί να δίνουμε έμφαση στις τοπικές ειδήσεις, ωστόσο δε μένουμε ποτέ εκτός κεντρικής επικαιρότητας. Εξάλλου, οι τοπικές ειδήσεις, ιδιαίτερα σε μια πόλη όμως η Θεσσαλονίκη, παρουσιάζουν ενδιαφέρον ευρύτερο και όχι μόνο τοπικό.

 

Στο χώρο σας διακρίνετε δυνατές φιλίες και άριστες συνεργασίες που μόνο θετικά θυμάστε;

 

Πολλές! Με όλους τους συναδέλφους έχουμε άριστες σχέσεις συνεργασίας αλλά, μετά από τόσα χρόνια έχω κάνει πολλούς και καλούς φίλους.

 

Ο πρώτος άνθρωπος πους σας έδωσε μια ευκαιρία, σας επέλεξε και πίστεψε στη δημοσιογραφική σας δεινότητα;

 

Ήταν ο Δημήτρης Γουσίδης. Θυμάμαι όταν πήγα στο γραφείο του, 21 ετών με απίστευτο θράσος και του είπα ότι θέλω να δουλέψω στο ένθετο των Νέων, στο «Ζω». Μάλλον τον είχα πετύχει στις καλές του, γιατί μετά από μια μίνι συνέντευξη, μου είπε να ανέβω επάνω (τα γραφεία του «Ζω» ήταν στον δεύτερο όροφο του κτιρίου όπου στεγάζονταν «Τα Νέα») και να δοκιμαστώ για ένα μήνα. Έμεινα στα Νέα συνολικά 4 χρόνια. Βέβαια στη συνέχεια ήταν κι άλλοι. Ο Άγγελος Κολοκοτρώνης, διευθυντής μου στην «Ωμέγα Τηλεόραση» και στη συνέχεια προϊστάμενός μου στην TV100 και ο Αντώνης Οραήλογλου αργότερα στην TV100.

 

Υπάρχουν βλέψεις για μετακίνηση σε ιδιωτικά κανάλια και αν όχι τώρα που τα πράγματα δεν επιτρέπουν, στο παρελθόν έγιναν συζητήσεις; Ή η Δημοτική Τηλεόραση λειτουργεί και σαν δικλείδα ασφαλείας;

 

Δεν ξέρω αν είναι εποχή να σκέφτεται κανείς μετακινήσεις. Παλιότερα είχα κάνει κάποιες συζητήσεις που όμως δεν ευδοκίμησαν και τώρα πια το θεωρώ πολύ δύσκολο. Όχι πως αν γινόταν κάποια συζήτηση δε θα ήμουν θετική, απλά πιστεύω πως είναι δύσκολο.

 

Πολλοί κάνουν λόγο για μια έντονη προσωπικότητα, ετοιμόλογη, έξυπνη, που συνδυάζει άψογη εμφάνιση. Ο συνδυασμός αυτός κερδίζει τις εντυπώσεις, φοβίζει, δημιουργεί εμπόδια;

 

Τίποτα δε μετράει περισσότερο από την εργατικότητα και την αποτελεσματικότητα στη δουλειά. Αν δε κάποιος είναι και συνεργάσιμος, είναι πιστεύω ιδανικός εργαζόμενος! Η εμφάνιση κατά τη γνώμη μου, σε βάθος χρόνου, λίγο μετράει και έτσι θα έπρεπε να είναι.

 

Ραδιόφωνο, έφτασε στο τέλος για εσάς; Θα επανέλθει; Σε μια χρονική στιγμή που κλείνουν ιστορικοί ραδιοφωνικοί σταθμοί, εκπομπές κόβονται, μπορούμε να μιλάμε για νέα πράγματα;

 

Τίποτα δε φτάνει στο τέλος του! Ελπίζω να επανέλθει, γιατί είναι ένα μέσο στο οποίο δεν απασχολήθηκα όσο θα ήθελα. Το ραδιοφωνικό σκηνικό βέβαια στη Θεσσαλονίκη, δεν είναι καλό, ιδιαίτερα σε ο,τι αφορά τα ενημερωτικά ραδιόφωνα, τα οποία είναι λίγα. Ελπίζω αυτό να αλλάξει σύντομα.

 

Σε ένα νέο άτομο που ξεκινάει τώρα και ευελπιστεί να ασχοληθεί με την ενημέρωση, τι θα του λέγατε; Όχι σαν βαριά διδαχή ή κοινωνιολογικό pointing αλλά σα φιλική συμβουλή. Ότι απαιτείται συνεχή γνώση, ότι τα πάντα είναι θέμα γνωριμιών, ότι είναι δύσκολο να ξεχωρίσει;

 

Θα του έλεγα να κάνει την προσπάθειά του, να είναι θετικός και υπομονετκός. Για τις ευκαιρίες που του δίνονται δυστυχώς είναι σημαντικός παράγοντας η τύχη και η εποχή δεν προσφέρεται για μεγαλεπίβολα σχέδια. Από την άλλη, παρακολουθώ εξαιρετικούς συναδέλφους που δραστηριοποιούνται από τη Θεσσαλονίκη για ΜΜΕ στο εξωτερικό και μάλιστα με καλές αποδοχές. Επίσης, αυτό που λέω στους νέους συναδέλφους και το πιστεύω απολύτως, είναι ότι το μεγαλύτερό τους εφόδιο, που τους ακολουθεί πάντα και παντού, είναι η μόρφωσή τους. Είναι σημαντικό να ξέρουν καλά και σωστά ελληνικά. Και το τονίζω, επειδή εκ του... αποτελέσματος φαίνεται ότι δεν είναι και τόσο αυτονόητο.

 

Σε μια διάλεξή του ο κ. Φραγκονικολόπουλος, επίκουρος καθηγητής του Τμ. Δημοσιογραφίας και ΜΜΕ δήλωσε ότι οι δημοσιογράφοι απολαμβάνουν μετά βίας το 3% της αποδοχής των πολιτών, ότι δε τους εμπιστεύονται πια. Πώς το βιώνετε αυτό εσείς;

 

Ελάχιστα, κυρίως επειδή εργάζομαι σε ένα τοπικό μέσο και οι αποδοχές μου είναι λογικές. Ο κόσμος αντιδρά κυρίως απέναντι στους δημοσιογράφους των κεντρικών μεγάλων μέσων, επειδή θεωρούν ότι προσπαθούν να επηρεάσουν την κοινή γνώμη. Αυτή όμως είναι μια άλλη συζήτηση που αφορά στο mediaκό σκηνικό στην Ελλάδα.

 

Η οικογένεια, ως αγχωτική κοινωνική επιβολή, τι συνδηλώσεις έχει για τη Κική Τσιλιγγερίδου; Μακρινή επιθυμία, δευτερεύουσα προτεραιότητα λόγω καριέρας;

 

Ο,τι και να κάνουμε στην επαγγελματική μας ζωή, ο καθένας μας, πιστεύω πως αυτό που ολοκληρώνει έναν άνθρωπο είναι η οικογένεια, τα παιδιά. Αυτό το έχω πάντα στην άκρη του μυαλού μου. Προς το παρόν πάντως, τα δικά μου σχέδια για οικογένεια είναι μακρινά.

 

Συνέντευξη: Γιώτα Κωνσταντινίδου

 

Κυριακή 16 Δεκεμβρίου 2012

H Σόνια Σαουλίδου, μας μιλά με χιούμορ και ευθύτητα


H Σόνια Σαουλίδου, μια γυναίκα με σαφής προτεραιότητα το μικρό της γιο και μια από τις πιο χαρακτηριστικές φωνές στο χώρο της διαφήμισης και του ραδιοφώνου, μας μιλά με χιούμορ και ευθύτητα για όσα σκέφτεται και όσα ευελπιστεί για το μέλλον.

 

Θεσσαλονίκη, Αμερική, Αθήνα, Θεσσαλονίκη. Αέναος κύκλος που καταλήγει σε μια πόλη που στιγματίζει;

 

Κι επιστροφή καλώς εχόντων των πραγμάτων στην Αμερική πολύ σύντομα. Η Θεσσαλονίκη είναι η πόλη που γεννήθηκα και μεγάλωσα και φυσικά νιώθω ότι είναι η πόλη που δεν απειλούμαι από την μοναξιά ποτέ. Είναι η πόλη που νιώθω απόλυτα ασφαλής. Όσο για τον κύκλο ποτέ δεν ξέρεις που θα κλείσει και πότε. Πάντα είχα όμως ένα προαίσθημα όπου πήγαινα ότι κάποια στιγμή θα έφευγα. Αυτή τη φορά νιώθω ότι η Αμερική θα είναι ο τελικός προορισμός. Θα δούμε.

 
 

Αμερική, σπουδές πάνω στην Επικοινωνία. Βιώνουμε την εποχή της ’’αποτυχημένης- ανεπαρκούς ’’ επικοινωνίας;

 

Αν εννοείτε σε κοινωνικό επίπεδο, νομίζω ότι τώρα με την κρίση επικοινωνούμε πιο αληθινά κι ανθρώπινα. Ότι θα μείνει στον χαρακτήρα, θα είναι ένα από τα καλά αυτής της οδυνηρής δοκιμασίας.

 

Τηλεοπτική πορεία, ραδιόφωνο, υπέροχα, ζεστή φωνή. Αποχή συνειδητή ή απόφαση συστήματος;

 

Και τα δύο. Στην Θεσσαλονίκη αρχικά δεν ήθελα να εργαστώ γιατί ένιωθα την ανάγκη να είμαι δίπλα στο μωρό μου. Αργότερα που θέλησα, δεν υπήρχαν κίνητρα. Από το να εργάζομαι κάπου και να μου χρωστάνε, προτιμώ να κάθομαι στο σπίτι μου. Γράφω όμως το μυθιστόρημα μου και αυτό με γεμίζει όνειρα. Θα τελειώσει, που θα πάει!!

 
 

Τι διακρίνει τον κόσμο των Media από τον κόσμο της διπλανής πόρτας;

 

Είναι απλά οι άνθρωποι της διπλανής πόρτας που νομίζουν ότι κάτι πέτυχαν! (Μεταξύ σοβαρού κι αστείου φυσικά) Ο κόσμος των media είναι ένας κόσμος επαγγελματιών που σίγουρα πουλάνε μία εικόνα, ή έστω πασχίζουν να βρούνε μία εικόνα για να πουλήσουν. Ο κόσμος της διπλανής πόρτας όμως ίσως είναι και πιο επικίνδυνος. Γνωρίζουμε  σίγουρα ποιος είναι τελικά ο απλός άνθρωπος της διπλανής πόρτας; Μήπως είναι γεμάτος εκπλήξεις;

 

Η μητρότητα είναι πληρότητα και ταυτίζεται με την αποδόμηση του εγώ και το άνοιγμα στο εμείς;

 

Με καλύψατε. Έτσι είναι. Νιώθω μία αγαλλίαση μέσα από αυτή την ολοκλήρωση. Είναι μία αλήθεια τόσο μεγάλη που ακόμα αναρωτιέμαι ‘εγώ μαμά;’

 

Τι είναι φιλία για εσάς; Ιδεατή οικογένεια, σχέση ανυπέρβλητης οικειότητας, ανάσα ζωής; Συχνά υποστηρίζουν ότι δε νοούνται φιλίες από τον κόσμο της τηλεόρασης. Αβίαστο συμπέρασμα ή πικρή αλήθεια;

 

Παντού μπορείς να συναντήσεις την αληθινή φιλία. Είναι αστείο να περιγράφουμε αποκλειστικά τους ανθρώπους των Media ως τέρατα. Όπου υπάρχει ο ανταγωνισμός, υπάρχει και η απειλή στις σχέσεις. Ωστόσο είναι πιθανό σε κάθε γειτονιά με αγριόχορτα να φυτρώσει κι ένα όμορφο λουλουδάκι. Η φιλία για μένα είναι οικογένεια. Μεγάλωσα χωρίς αδέλφια κι έτσι η ανάγκη για αυτή την σχέση αγάπης καλύπτεται από τις φιλίες μου

 

Διαφημιστικά σποτάκια και εκφωνήσεις υπουργείων, ή σωστή πειστική φωνή;

 

Έχω μία πολύ καλή φωνή αλλά όχι την δυνατότερη της αγοράς. Χρησιμοποίησα όμως συγκεκριμένη στρατηγική και βασίστηκα στην συνέπεια. Ας πούμε ότι αυτή τη δουλειά την περικύκλωσα και δεν μου ξέφυγε. Δυστυχώς όμως με την οικονομική κρίση, η διαφήμιση έχει αποδυναμωθεί πολύ. Πάμε για άλλα..

 

Χιούμορ, γράψιμο και εντυπωσιακή εικόνα. Καλό κάρμα, τυχαία συγκυρία, ή τύχη βουνό;

 

Άμα συμφωνήσω σε όλα αυτά, να συμπληρώσουμε και το ‘Ψωνάρα βουνό.’ Για να είμαι ειλικρινής δεν γνωρίζω τόσο πολλά για την εικόνα μου. Το μόνο στο οποίο θα συμφωνήσω είναι το χιούμορ. Αυτό ναι, το έχω.

 

Ενασχόληση με κατασκευή κοσμημάτων. Καλλιτεχνική φύση που βρίσκει διεξόδους έκφρασης;

 

Τα έχω εγκαταλείψει λίγο. Είναι ένα χόμπι που μου αρέσει πολύ. Κατά καιρούς όμως όλο και κάτι διαφορετικό με μαγνητίζει.

 

Σχέδια, προγραμματισμοί, βλέψεις σε μια στήλη και στην άλλη η πιο λυτρωτική στιγμή της μέρας που δε διαπραγματεύεται με τίποτα άλλο. Τι θα συμπληρώνατε;

 

(Δεν είμαι σίγουρη ότι έχω καταλάβει την ερώτηση) Το μόνο που θέλω είναι να ολοκληρώσω την ευτυχία μου με τον σύντροφο μου και να χαρίσουμε ένα αδελφάκι στον μπέμπη. Με ενδιαφέρει πρωτίστως η οικογένεια. Από κει και πέρα θα ήθελα να ασχοληθώ επαγγελματικά με τη συγγραφή μυθιστορημάτων. Ας γίνει η αρχή και βλέπουμε. Μου φτάνουν αυτά που ακούγονται ως λίγα αλλά ξέρω καλά πως αν έχεις αυτά, το μόνο που πρέπει να κάνεις είναι να νιώθεις ευγνωμοσύνη.

 
Συνέντευξη: Γιώτα Κωνσταντινίδου